Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Η ψήφος μου

Αναδημοσίευση από "Το ελληνάκι"

Αν δεις και παλαιότερες προεκλογικές αναρτήσεις μου, πάντα δίνω έμφαση στη σημασία των εκάστοτε εκλογών. Όχι λόγω της κρισιμότητας της χρονικής περιόδου που διανύουμε τα τελευταία 3 χρόνια, αλλά γιατί η στιγμή μπροστά στην κάλπη είναι η στιγμή που αφήνουμε όλοι τα λόγια και τις αμπελοφιλοσοφίες και περνάμε στο διά ταύτα. Η στιγμή που σωπαίνουν όλες οι κραυγές, οι αγανακτήσεις, οι «επαναστάτες» και οι «σωτήρες», οι πολιτικές τακτικές, οι ελιτίστικες ιδεολογίες, τα τσιτάτα κλισέ από τους απανταχού «ειδήμονες», και ο καθένας από εμάς στέκεται ενώπιος του εαυτού του και των ευθυνών του. Πίσω από το παραβάν που βάζεις την ψήφο σου στο φακελάκι, γνωρίζεις ότι εκείνη τη στιγμή, μόνος σου παίρνεις την οποιαδήποτε απόφαση, και με πλήρη ευθύνη, την καταθέτεις στην υπόλοιπη κοινωνία. Αυτό το 0,00001% που σου αναλογεί, αποκτά σάρκα και οστά.

Όσοι απαξιώνουν την εκλογική διαδικασία, στην ουσία απαξιώνουν το δικαίωμα αυτής της κατάθεσης. Είτε επειδή είναι πιο εύκολο και βολικό να απαξιώνουν από το να συνθέσουν την δική τους πολιτική άποψη, είτε επειδή δεχόμενοι ότι οι συνδυασμοί που εκπροσωπούν τις δικές τους ιδεολογίες, δεν θα συγκεντρώσουν σημαντικά ποσοστά, ξεπέφτουν στην άκρως ελληναρίστικη συμπεριφορά του «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα». Ξεχνάνε ότι για αυτό το δικαίωμα της ψήφου, ιστορικά, έχει χυθεί αίμα και έχουν γίνει διαδηλώσεις μαζικότερες και από τα πιο τρελά όνειρά τους. Μιλάνε για κοινωνική αλληλεγγύη και σεβασμό στην δημοκρατία, όταν οι ίδιοι αδυνατούν να σεβαστούν τις διακριτές ψήφους της πλειοψηφίας. Προφανώς, σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη, δίκαιη και δημοκρατική κοινωνία είναι αυτή που συμπλέει μόνον με τις δικές τους απόψεις, ενώ όλοι οι άλλοι είναι εξαπατημένοι, ή ανόητοι, ή κομφορμιστές ή γενικώς κάποιο άλλο υποδεέστερο είδος πολίτη.

Κάπου σε αυτό το σημείο βρίσκεται κρυμμένο και το «μυστήριο» της νεοελληνικής αριστεράς, που έχει καταντήσει να είναι το ίδιο ολοκληρωτική στις νοοτροπίες της με την ακροδεξιά. Κάπου εκεί έχει χαθεί και το παιχνίδι της πραγματικής αμφισβήτησης του συστήματος. Διότι, αν η αριστερά (με εξαίρεση το σταλινικό κομμάτι της), υποτίθεται ότι πρεσβεύει το επαναστατικό, το ανατρεπτικό και το μεταρρυθμιστικό, τότε στη δική μας περίπτωση θα πρέπει να μιλάμε για πλήρη απουσία οποιουδήποτε πραγματικά αριστερού σχηματισμού στην ελληνική πολιτική σκηνή. Μοναδική συνέπεια στις ολοκληρωτικές απόψεις της παραδοσιακής, σταλινικής αριστεράς, κατέχει το ΚΚΕ και κάποιες αφελείς φοιτητικές κυρίως ομάδες που προσπαθούν σώνει και καλά να διαχωρίσουν την μαρξιστική θεωρία από την πραγματικότητα της ιστορίας.

Εκεί κάπου έγκειται και η εμπάθεια που δείχνω ανά καιρούς στις δημόσιες και επίσημες τοποθετήσεις αριστερών κομμάτων, ή διαφόρων κινημάτων που στηρίζονται από αυτά. Στο γεγονός, δηλαδή, ότι οι εμμονές της αριστεράς για συγκρουσιακές συνθήκες ανά πάσα στιγμή με το σύστημα, αψηφούν τον ολοκληρωτισμό που πρεσβεύουν αυτές οι εμμονές επί της ουσίας σε διάφορες χρονικές περιόδους. Στην ανάγκη για ενδυνάμωση της οικονομίας, η νεοελληνική αριστερά απαντά με σαμποτάζ της οικονομίας. Στην ανάγκη για ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, η νεοελληνική αριστερά απαντά με κρεμάλες. Στην ανάγκη για αποβολή των συνδικαλιστικών συντεχνιών από το Δημόσιο, η νεοελληνική αριστερά απαντά με τη στήριξη αυτών των συντεχνιών. Στην ανάγκη για αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η νεοελληνική αριστερά επιμένει στη συνεχή υποβάθμισή της, κτλ.

Αυτή η ασυνέπεια με την πραγματικότητα παίζει και τον ρόλο της στην απότομη άνοδο της ακροδεξιάς. Η ισοπέδωση των πάντων, η αδυναμία διαχωρισμού σωστών και λανθασμένων κυβερνητικών αποφάσεων, καθώς και η απαξίωση κάθε δημοκρατικού θεσμού της χώρας, εκτός από τις καιροσκοπικές βλέψεις της νεοελληνικής αριστεράς, βοηθά και στην δημιουργία ολοκληρωτικών αντιλήψεων οι οποίες ξαφνικά «κουμπώνουν» εύκολα στις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων. Οι φοβίες μου για την εξέλιξη του κινήματος των αγανακτισμένων, του ιδεολογικού μείγματος που ξεπήδησε και της σταδιακής εξέλιξης της νοοτροπίας της ισοπέδωσης, δεν μου δημιουργούν κανένα αίσθημα δικαίωσης, αλλά έντονη ανησυχία για τις κοινωνικές εξελίξεις που επέρχονται και τις κυρίαρχες νοοτροπίες που θα νομιμοποιηθούν άτυπα στην κοινωνία μας.

Η λαϊκή δεξιά που εκφράζεται από τους πολιτικούς σχηματισμούς της Νέας Δημοκρατίας και των «Ανεξάρτητων Ελλήνων», ποτέ δεν ήταν τόσο κοντά ιδεολογικά με την Χρυσή Αυγή και τον ΛΑΟΣ, όσο σήμερα. Ο κ. Καμένος, στις δημόσιες τοποθετήσεις του έχει πάντα ανεβασμένο τόνο φωνής, ενώ έχει μάθει να ακροβατεί περίτεχνα μεταξύ λέξεων και όρων όπως «δωσίλογοι», «χούντα», «προδότες», «κρεμάλες». Επενδύει στον συναισθηματισμό, την οργή και την απόγνωση εις βάρος της ψύχραιμης λογικής, με όρους μίσους, αυτοδικίας και φτηνής συνωμοσιολογίας που συμπίπτει σε πολλά σημεία με τη νεοελληνική αριστερά. Ο κ. Σαμαράς χρησιμοποιεί την ίδια φρασεολογία και τόνο φωνής που χρησιμοποιεί εδώ και αρκετούς μήνες. Η φωνή της «θιγμένης μαγκιάς» αντί της σαφούς πολιτικής τοποθέτησης. 

Τα δύο μεγάλα κόμματα δεν διαφοροποιούνται σε κάτι. Η γνωστή επικοινωνιακή τακτική της τελευταίας 30ετίας είναι και πάλι εδώ. Η Νέα Δημοκρατία επενδύει στην αμνησία του εκλογικού σώματος, και το ΠΑΣΟΚ στην ξαφνική επιφοίτηση που ως δια μαγείας θα μεταμορφώσει την πλειοψηφία των παραδοσιακών καιροσκοπικών στελεχών του σε υπεύθυνους και σοβαρούς πολιτικούς. Σχεδόν ανύπαρκτη αυτοκριτική, και φυσικά μηδενική ανάληψη ευθυνών, κυρίως από την μεριά της ΝΔ για την οικονομική κατάσταση της χώρας και κυρίως από το ΠΑΣΟΚ για την ανικανότητα μεταρρυθμιστικής διακυβέρνησης.

Δεν υπάρχει δίπολο μνημόνιο-αντιμνημόνιο. Αυτά είναι επινοήσεις καιροσκόπων, από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Όσο αφελές είναι να στηρίζεις τα δύο μεγάλα κόμματα για να δηλώσεις την «μνημονιακή» σου θέση, τόσο άτοπο είναι να στηρίζεις μικρότερα κόμματα που λανσάρουν την ατζέντα τους επενδύοντας στον αντιμνημονιακό συναισθηματισμό, χωρίς στην ουσία να έχουν κάποια ρεαλιστική πρόταση. Το πραγματικό δίλημμα είναι πολύ πιο απλό και σαφές. Σε μία «καμένη» χώρα θέλουμε να συνεχίσουμε να φωνάζουμε, να βρίζουμε και να μουντζώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ή θέλουμε να δούμε με ποιες διαδικασίες, και με ποιες έμπρακτες ενέργειες θα καθαρίσουμε πρώτα τα καμένα και μετά θα την ξαναφτιάξουμε με καλύτερα και ανθεκτικότερα δομικά υλικά;

Σε αυτές τις εκλογές, δεν διακυβεύεται μόνον η υπευθυνότητα που πρέπει να δείξουμε ως κοινωνία και η συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, αντί της βαλκανο-μεσανατολικής απομόνωσης. Διακυβεύεται η απόφασή μας να κινηθούμε προς τα εμπρός ή να γυρίσουμε πολλές δεκαετίες πίσω. Να είμαστε ρεαλιστές προοδευτικοί ή μοιρολάτρες συντηρητικοί. Να κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις που παλεύουμε δεκαετίες τώρα ή να παραμείνουμε στις παλιές βολικές συνθήκες που ευνοούν τον «ιδιώτη» και όχι τον πολίτη.

Στην πορεία της πολιτικής μου σκέψης, πάντα κινιόμουν στο φάσμα που χαρακτηρίζει και την καθημερινή μου λογική. Αυτή της αμφισβήτησης και της επαναξιολόγησης βάσει νέων γνώσεων ή εμπειριών, κρατώντας πάντα «ανοιχτά» μυαλά. Ξεκινώντας με μία ευρύτερη αμφισβήτηση των πάντων στις μετεφηβικές μου εξάρσεις, βρήκα ένα βολικό καταφύγιο στον αναρχισμό, που αργότερα μετουσιώθηκε σε μία στροφή προς «αριστερές» ανησυχίες που με τη σειρά της έδωσε πρόσφορο έδαφος για να ασπαστώ τις αρχές και τις αξίες του κλασσικού φιλελευθερισμού.

Και πάλι όμως, σύντομα ανακάλυψα τις παγίδες και τα αδιέξοδα που δημιουργούν τόσο σαφή ιδεολογικά όρια, όχι μόνον στην πολιτική, αλλά και στην ανθρώπινη σκέψη γενικότερα. Οι ταμπέλες που με τόση ευκολία κολλάει ο ένας στο κούτελο του άλλου, αποδεικνύουν αυτή την αδυναμία που έχουμε γενικότερα να αναγνωρίζουμε την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σκέψης, και αντί να προσπαθούμε να την κατανοούμε, τελικά να την οριοθετούμε βάσει της υποκειμενικής μας αντίληψης. Κοινωνικά και ανθρώπινα προβλήματα που θα μπορούσαν να έχουν πολιτική επίλυση, συχνά περιπλέκονται περισσότερο ή οδηγούν στην αποδόμηση της κοινωνικής συνοχής, ακριβώς λόγω αυτής της εμμονής μας να προσάπτουμε ταμπέλες. Οι δεξιοί έχουν εθνική/φυλετική συνείδηση, και οι αριστεροί ταξική. Και οι δύο ξεχνάνε το τελικό ζητούμενο σε κάθε κοινωνία που είναι η πανανθρώπινη συνείδηση.

Υπάρχει πιο επαναστατικό από το να μην καπελώνεσαι από δημαγωγούς, «-ισμούς», σφιχτές πολιτικές γραμμές και απαρχαιωμένα μανιφέστο, αλλά αντ’ αυτού συνεχώς να αμφισβητείς και να θέτεις τις δικές σου προτάσεις; Υπάρχει πιο προοδευτικό από το να παραδέχεσαι λάθη και να αναθεωρείς προς πιο ολοκληρωμένες και ρεαλιστικές ιδέες; Πόσοι άραγε από τους «προοδευτικούς» πολιτικάντηδές μας έχουν σαφή πολιτική θέση, και για χάρη της πραγματικής προόδου δεν υπολογίζουν το πολιτικό κόστος εμμένοντας στις απόψεις τους; Ποιοι έχουν την «επαναστατικότητα», να μιλάνε με πικρές αλήθειες στο εκλογικό σώμα, επενδύοντας στην ορθή σκέψη του τελευταίου και όχι στον εύκολο συναισθηματισμό;

Με όλες αυτές τις σκέψεις, και προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω τα αδιέξοδα που προβάλλει η σημερινή πολιτική σκηνή και η αποπροσανατολισμένη και εξουθενωμένη κοινωνία, ίσως είναι από τις λίγες, ενδεχομένως ανεπανάληπτες, στιγμές που θα προσέλθω στην κάλπη με σαφή εικόνα για την ψήφο μου. Με γνώμονα την απέχθειά μου στον καιροσκοπισμό, την μιζέρια, τον ολοκληρωτισμό, την επένδυση στον συναισθηματισμό, την συνομωσιολογία, την ταμπελοποίηση ιδεολογιών, την στοχοποίηση ανθρώπων βάσει κοινωνικής τάξης ή εθνικότητας, και την ανάγκη για άμεση ανοικοδόμηση της χώρας βάσει ουσιαστικών και βαθέων μεταρρυθμίσεων που απεχθάνονται κυρίως οι βασικοί υπαίτιοι για την οικονομική κρίση. Με γνώμονα πρακτικές λύσεις, που πολλοί δεν τολμάνε καν να ξεστομίσουν στην Βουλή ή στον κόσμο επειδή φοβούνται πολιτικά και ιδεολογικά ταμπού του προηγούμενου αιώνα.

Σε αυτές τις εκλογές θα στηρίξω το ενωτικό σχήμα «Δράση – Φιλελεύθερη Συμμαχία». Και ο λόγος που το δηλώνω δημοσίως σχετίζεται άμεσα με τις αγωνίες που προανέφερα αλλά κυρίως με την ανάγκη που πιστεύω ότι υπάρχει να δημιουργηθεί ένας, έστω «αχνός» πόλος ορθολογισμού και μεταρρυθμιστικής δυναμικής με σταθερή παρουσία, που θα συσπειρώσει τους αισιόδοξους και ρεαλιστές που έχουν απομείνει σε αυτή τη χώρα. Είναι τραγικό να βλέπουμε νέα παιδιά να δηλώνουν με καμάρι ότι θα ψηφίσουν Χρυσή Αυγή ή ΚΚΕ. Είναι τραγικό να βλέπουμε ενήλικες να καταθέτουν την πολιτική τους πρόταση μιλώντας για την «μαγκιά» του Καμμένου, και του Σαμαρά. Είναι εξευτελιστικό για έναν ολόκληρο λαό να αναμασάει θεωρίες συνομωσίας και να κατακλύζεται από ξενοφοβία, εσωστρέφεια και απόγνωση, υπερψηφίζοντας τα κόμματα που επενδύουν σε αυτά τα στοιχεία. Είναι υποτιμητικό για τη νοημοσύνη μας, όλες αυτές οι φωνές να κατακλύζουν τον δημόσιο λόγο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι να σιωπούμε, μην τυχόν και νοιώσουμε σεσημασμένοι.

Κινούμενος ανάμεσα στο σκεπτικό του Απόστολου Δοξιάδη, την άποψη του Στέλιου Ράμφου («Όλα τα κόμματα πλην της Δράσης του Στέφανου Μάνου είναι συντηρητικά. Γι’ αυτό η Δράση δεν εμφανίζεται ποτέ στις δημοσκοπήσεις» - ΝΕΤ 26/2/12), την πρόσφατη τοποθέτηση του Γιώργου Προκοπάκη, καθώς και πολλών άλλων ανθρώπων που έχω σε υψηλή εκτίμηση, νοιώθω για πρώτη φορά τη σιγουριά να μιλήσω ανοιχτά για την ψήφο μου. Δεν σκοπεύω ούτε να ενταχθώ πολιτικά, ούτε να στηρίζω το συγκεκριμένο κόμμα εσαεί. Μιλώντας για το παρόν όμως, όλες οι ενδείξεις δείχνουν προς αυτή την πολιτική κατεύθυνση. Κάποιες φρούδες ελπίδες για ενότητα του προοδευτικού και μεταρρυθμιστικού χώρου διαψεύστηκαν, και ρεαλιστικά μιλώντας, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αισιοδοξία, αλλά αν μη τι άλλο ο καθένας είναι και πρέπει να δρα ως υπεύθυνος για τις πράξεις του.
  
Οι συνθήκες, άλλωστε είναι τόσο ρευστές, που εάν ολόκληρη η ελληνική κοινωνία δεν ξεπέσει σε μία μαζική «χρεοκοπίστικη» μοιρολατρία και ξενοφοβική μιζέρια, ενδεχομένως να μείνει χώρος για νέα σχήματα με νέους και ορεξάτους ανθρώπους. Για την ώρα, θεωρώ ότι η Δράση-ΦΣ έχει συσπειρώσει αρκετούς ανά την Ελλάδα και αυτό αρκεί, έστω και αν είναι μόνο για αυτές τις εκλογές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου